Το μαράζι μου το μεγάλο δεν είναι πως θα ζήσουμε πια πιο φτωχά, ούτε πως πτώχευσε και η εθνική μας ανεξαρτησία, ούτε πως είμαστε πια ένας λαός με πολλαπλούς αφέντες – Τούρκους, Άγγλους, Γερμανούς, Γάλλους, Αμερικανούς και έπεται συνέχεια.
Το μεγάλο μου μαράζι είναι πως πτωχεύσαμε ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, τόσο εδώ όσο και στην επίσημη Ελλάδα.
Πρέπει επιτέλους να ομολογήσουμε ότι αυτή η πτωχευμένη Ελλάδα δεν είναι πια…Ελλάδα, αλλά Ελάδα με ένα λάμδα, μια ηλίθια αγελάδα που χασκογελάει όταν οι εταίροι της ακρωτηριάζουν τα παιδιά της και το ίδιο της το σώμα.
Πρέπει να ομολογήσουμε, επίσης, ότι η Κύπρος άντεξε τα 39 χρόνια κατοχής διότι δεν λύγισε οικονομικά και διατήρησε, κουτσά στραβά, και την ελληνική της παιδεία και τη συλλογική μνήμη της εισβολής και της κατοχής.
Η κληρονομιά μιας παλιάς Κύπρου των αγίων και των ηρώων, μιας Κύπρου της Ορθοδοξίας και του ελληνικού τρόπου διαβίωσης, μας έδωσαν αυτή την πνευματική δύναμη για να αντέξουμε, παρά τις πιέσεις του υψηλού βιοτικού επίπεδου και της θεοποίησης του χρήματος. Τώρα το στοίχημα το κέρδισε ο Θεός του χρήματος. Ο δικός μας ταπεινός Θεός ηττήθηκε κατά κράτος. Η πλειοψηφία των Κυπρίων αυτών, των υλικά και πνευματικά πτωχευμένων, κλαίει και οδύρεται για την καταστροφή.
Το υπόλοιπο των Ελλήνων της Κύπρου ήδη ψάχνει τρόπους να αντισταθεί στη λαίλαπα και στις ορδές των Ούννων, των Αττίλων και όσων άλλων καραδοκούν για να κατασπαράξουν ό,τι έχει απομείνει. Αυτό το κομμάτι των Ελλήνων ξέρει να ζει ως άρχοντας ακόμη και μέσα στην άπειρη φτώχεια, ξέρει πολύ καλά πως δεν είναι τα αγαθά που έχουν σημασία, ούτε το λάιφσταϊλ, ούτε η κατανάλωση, ούτε τα ταξιδάκια αναψυχής. Γνωρίζει πως με την αλληλεγγύη, την αγάπη και την πίστη μας για μια άλλη ζωή μπορούμε ξανά να γράψουμε Ιστορία.
Ας γίνει το πάθημα μάθημα. Ας ξαναχτίσουμε των Ελλήνων τις κοινότητες, ας επιστρέψουμε στα χωριά μας, ας ξαναζωντανέψουμε τις ενορίες μας, ας αρχίσουμε να μιλούμε αναμεταξύ μας, ας αρχίσουμε ξανά να λέμε «καλημέρα» ο ένας στον άλλο, ας αρχίσουμε να λέμε «κοπιάστε» στους περαστικούς, ας ξαναρχίσουμε να καθαρίζουμε εμείς τα σπίτια μας, ας αρχίσουμε να τρώμε και με τους γείτονές μας, ας αρχίσουμε να μοιραζόμαστε τον πόνο μας και την αγωνία μας, ας αρχίσουμε να χτίζουμε μια άλλη οικονομία, που να βασίζεται στη ραχοκοκαλιά του έθνους, που είναι η ύπαιθρος, οι άνθρωποι των βουνών και της θάλασσας, οι άνθρωποι που παράγουν αναγκαία αγαθά, που παράγουν πολιτισμό.
Πετάξτε τις πιστωτικές σας κάρτες και θυμώστε στους τραπεζικούς. Ας γίνουμε πρώτα αυτάρκεις στα βασικά πράγματα που θέλει ο άνθρωπος για να ζήσει με αξιοπρέπεια. Ας επενδύσουμε στον ελληνικό τρόπο. Έχουμε τους επιστήμονες για ένα νέο ξεκίνημα, έχουμε και την παράδοσή μας και τα μεγάλα μας κείμενα για να μας κρατούν συντροφιά και να μας δίνουν κουράγιο. Ας μετατρέψουμε τα σχολεία μας και τα πανεπιστήμιά μας σε φυτώρια ανθρώπων με κρίση και ευαισθησία για τον τόπο μας και τον άνθρωπο, και όχι σε φυτώρια λογιστών, δικηγόρων, επενδυτών, economists, τραπεζικών χρηματιστών, ελεεινών εμπόρων κ.ο.κ.
Αυτή ήταν η Κύπρος των τελευταίων δεκαετιών και τώρα τραβάμε τα μαλλιά μας. Όλη η Κύπρος ήταν μια αντιπροσωπεία. Ο ένας αυτοκίνητα, ο άλλος κρέμες προσώπου, η μια φορέματα πολυτελείας, η άλλη φορέματα κινέζικα, ο παράλλος άγρια ζωάκια της ζούγκλας, η παράλλη ειδικά κεριά αποτρίχωσης… Και πολλούς δεν τους γνωρίζαμε με το όνομά τους, αλλά λέγαμε «Α, αυτή είναι που φέρνει την τάδε μάρκα» και «Α, αυτός είναι που φέρνει τα δείνα μηχανήματα». Σ’ αυτή την καταναλωτική μανία συμμετείχαν κυρίως τα μεσαία στρώματα, χωρίς ωστόσο να απέχουν και τα λαϊκά. Φτάσαμε στο σημείο ακόμη και κοπέλες και αγόρια των λαϊκών στρωμάτων να πηγαίνουν στην Αθήνα για να κάνουν… αποτρίχωση, συνδυάζοντάς την με κάποιο καλλιτεχνικό ή αθλητικό γεγονός – κι έτσι, με ένα σμπάρο, να ρίξουν δυο και τρία τρυγόνια!
Το ελεεινό εμπόριο έχει μεγάλες ευθύνες για την κατάντια της Κύπρου. Τώρα πρέπει ολοταχώς να δούμε την καταστροφή στο σύνολό της και να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Καταστρέψαμε οικολογικά την Κύπρο. Ας μείνει ως εδώ. Ας αρχίσουμε τώρα, αντί να χτίζουμε, να χαλούμε.
Καταστρέψαμε τα μάτια μας με τις ξενόγλωσσες διαφημίσεις – ας τις ρίξουμε όλες στην πυρά και ας γίνει υποχρεωτικός ο σεβασμός προς τη γλώσσα μας. Καταστρέψαμε τους αγρότες μας – ας επενδύσουμε σε νέες βιομηχανίες της γης. Με το κλίμα που έχουμε, μπορεί η γη μας να γίνει η βαριά μας βιομηχανία. Γίνεται οι Σκοτσέζοι να ζουν από το ουίσκι τους και εμείς να μην μπορούμε να βγάλουμε ένα κρασί της προκοπής, που να μπορεί να εξαχθεί στο εξωτερικό; Γίνεται οι Ολλανδοί να εξάγουν λουλούδια και σπόρους σε όλο τον κόσμο και να μη βρούμε εμείς τρόπους να κάνουμε αντίστοιχες επιχειρήσεις;
Μπορούμε να ζήσουμε και να προοδεύσουμε με πολλούς τρόπους, φτάνει να θελήσουμε να επιστρέψουμε στους εαυτούς μας.
Είμαστεν τζιείνον που’μαστεν τζι’ εμείς τζιαι τα παιθκιά μας.