Της Μαρίας Ζαχαροπούλου
Φόβους ότι θα βρεθούν στον αέρα οι αγωγές αποζημιώσεων των οικογενειών των θυμάτων της τραγωδίας στην τράπεζα Μαρφίν λόγω των εξελίξεων στην Κύπρο εκφράζουν οι νομικοί τους παραστάτες.
Το κλείσιμο της Λαϊκής Τράπεζας -πρώην Μαρφίν- στη Μεγαλόνησο αλλά και το πέρασμα των υποκαταστημάτων της στην Ελλάδα στον όμιλο Πειραιώς εγείρει ερωτηματικά για το αν, υπό τις νέες συνθήκες, εξασφαλίζονται οι διεκδικήσεις των οικογενειών.
Γι’ αυτόν τον λόγο το δικηγορικό γραφείο που χειρίζεται τις αγωγές που έχει καταθέσει η οικογένεια της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου αλλά και 10 εργαζομένων της τράπεζας, μελετά το ενδεχόμενο να ζητήσει, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, τη συντηρητική κατάσχεση της κινητής και ακίνητης περιουσίας ή ακόμη και την προσημείωση ακινήτων των νομίμων εκπροσώπων της τράπεζας με σκοπό να εξασφαλιστούν οι προσφεύγοντες στην περίπτωση που δικαιωθούν από το αρμόδιο δικαστήριο.
Οι αγωγές, πάντως, που αξιώνουν αποζημιώσεις για ηθική βλάβη που αγγίζουν συνολικά τα 5 εκατομμύρια ευρώ θα συζητηθούν στις 24 Μαΐου 2013. Χαρακτηριστική του προβληματισμού που επικρατεί είναι η πρόθεση των δικηγόρων τα επόμενα εικοσιτετράωρα να μελετήσουν με προσοχή τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί με την Πειραιώς, αφήνοντας, μάλιστα, ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο να προχωρήσουν σε νέες αγωγές προκειμένου να προλάβουν δυσάρεστες εκπλήξεις.
Την ίδια ώρα οι οικογένειες των θυμάτων, τρία χρόνια μετά την απίστευτη τραγωδία, ζητούν να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τον θάνατο της 32χρονης Αγγελικής Παπαθανασοπούλου η οποία ήταν έγκυος, της 35χρονης Παρασκευής Ζούλια και του Επαμεινώνδα Τσακάλη, 36 ετών, όλοι τους υπάλληλοι στο υποκατάστημα της τράπεζας Μαρφίν, στην οδό Σταδίου 23.
Την ερχόμενη Τετάρτη 3 Απριλίου, μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, θα καθίσουν στο εδώλιο του Β’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου τρία στελέχη της τράπεζας και ο υπεύθυνος της εταιρείας που είχε την ευθύνη για την ασφάλεια του χώρου εργασίας. Οι κατηγορούμενοι θα κληθούν να λογοδοτήσουν για τις κατηγορίες της «ανθρωποκτονίας από αμέλεια, που τελέσθηκε με κατά συρροή παράληψη», αλλά και «σωματική βλάβη από αμέλεια υπόχρεων, με παράλειψη κατά συρροή».
Στους κατηγορουμένους, μεταξύ άλλων, αποδίδονται ευθύνες για το γεγονός ότι δεν επέτρεψαν την ώρα των επεισοδίων στους υπαλλήλους να φύγουν από τον χώρο εργασίας παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι το ζητούσαν. Επίσης, γίνεται αναφορά σε παραλείψεις που εντοπίστηκαν σε θέματα ασφαλείας που είχαν, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ως αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν και στη συνέχεια να χάσουν τη ζωή τους οι τρεις άτυχοι υπάλληλοι, ενώ επισημαίνεται ότι δεν φρόντισαν, ενώ υπήρχαν λόγοι, «να τοποθετηθούν στην είσοδο άθραυστα, αντιβανδαλικά τζάμια».
Στο πολυσέλιδο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι: «Ο πρώτος κατηγορούμενος γνώριζε ότι τη συγκεκριμένη ημερομηνία είχε προγραμματιστεί γενική απεργία στο κέντρο της Αθήνας και είχαν ληφθεί αυξημένα μέτρα δημόσιας ασφάλειας, ότι το συγκεκριμένο κατάστημα είχε γίνει στόχος βανδαλισμών κατά το παρελθόν σε ανάλογες περιπτώσεις.
Επιπλέον δε, γνώριζε ότι το κατάστημα δεν διαθέτει τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία μέτρα ασφαλείας...» και συνεχίζει: «Παρά ταύτα απαγόρευσε στους εργαζομένους να εγκαταλείψουν το κατάστημα, αν και οι ίδιοι το ζήτησαν και τους επέβαλε να παραμείνουν, κλειδώνοντας τις εξωτερικές πόρτες για λόγους ασφαλείας, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια των επεισοδίων άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου να θραύσουν την τζαμαρία του ισογείου και να πυρπολήσουν το εσωτερικό του καταστήματος, εκσφενδονίζοντας βόμβες μολότοφ.
Αποτέλεσμα, να προκληθεί πυρκαγιά και οι ευρισκόμενοι στο κατάστημα να εγκλωβιστούν, καθώς δεν υπήρχαν δίοδοι διαφυγής ούτε έξοδοι κινδύνου. Η δε μοναδική θύρα δίπλα στην κεντρική θύρα ασφαλείας που εξυπηρετούσε την είσοδο ατόμων με ειδικές ανάγκες και τη μεταφορά μεγάλων σε όγκο αντικειμένων, δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτική έξοδος κινδύνου, διότι άνοιγε μόνο αν συγχρόνως κάποιος έσπρωχνε την μπάρα όταν κάποιος άλλος ξεκλείδωνε με το ηλεκτρονικό τηλεχειριστήριο, το οποίο φυλάσσονταν στο συρτάρι της διευθύντριας και είχε καταστραφεί από την πυρκαγιά».
Το πόρισμα που συνέταξε ο τεχνικός επιθεωρητής του υπουργείου Εργασίας μετά από έρευνα για τον εντοπισμό των αιτίων που προκάλεσαν το τραγικό τέλος τριών νέων ανθρώπων είναι καταπέλτης. Σε αυτό καταγράφονται σειρά παραλείψεων στο σύστημα πυρασφάλειας, η έλλειψη πιστοποιητικού πυρασφάλειας αλλά και η ανύπαρκτη εκπαίδευση του προσωπικού. Στο εν λόγω πόρισμα, που φέρει την υπογραφή του τεχνικού επιθεωρητή Θεοδόσιου Πανταζόπουλου, υπογραμμίζεται ότι η μοναδική έξοδος κινδύνου του υποκαταστήματος ήταν κλειδωμένη, ενώ το τηλεχειριστήριο που θα μπορούσε να την ανοίξει είχε χαθεί.
Οι εργαζόμενοι εγκλωβίστηκαν, αφού όλες οι πόρτες ήταν κλειδωμένες και πιθανότατα η τραγωδία να ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν δεν ήταν ανοιχτή μια και μοναδική πόρτα διαφυγής για να αερίζεται «η παρακείμενη τουαλέτα λόγω προβλήματος της αποχέτευσης». Τα αίτια του δυστυχήματος, πάντως, σύμφωνα με το πόρισμα, είναι «ο εμπρησμός λόγω εγκληματικής ενέργειας».
6meres.gr
Φόβους ότι θα βρεθούν στον αέρα οι αγωγές αποζημιώσεων των οικογενειών των θυμάτων της τραγωδίας στην τράπεζα Μαρφίν λόγω των εξελίξεων στην Κύπρο εκφράζουν οι νομικοί τους παραστάτες.
Το κλείσιμο της Λαϊκής Τράπεζας -πρώην Μαρφίν- στη Μεγαλόνησο αλλά και το πέρασμα των υποκαταστημάτων της στην Ελλάδα στον όμιλο Πειραιώς εγείρει ερωτηματικά για το αν, υπό τις νέες συνθήκες, εξασφαλίζονται οι διεκδικήσεις των οικογενειών.
Γι’ αυτόν τον λόγο το δικηγορικό γραφείο που χειρίζεται τις αγωγές που έχει καταθέσει η οικογένεια της Αγγελικής Παπαθανασοπούλου αλλά και 10 εργαζομένων της τράπεζας, μελετά το ενδεχόμενο να ζητήσει, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, τη συντηρητική κατάσχεση της κινητής και ακίνητης περιουσίας ή ακόμη και την προσημείωση ακινήτων των νομίμων εκπροσώπων της τράπεζας με σκοπό να εξασφαλιστούν οι προσφεύγοντες στην περίπτωση που δικαιωθούν από το αρμόδιο δικαστήριο.
Οι αγωγές, πάντως, που αξιώνουν αποζημιώσεις για ηθική βλάβη που αγγίζουν συνολικά τα 5 εκατομμύρια ευρώ θα συζητηθούν στις 24 Μαΐου 2013. Χαρακτηριστική του προβληματισμού που επικρατεί είναι η πρόθεση των δικηγόρων τα επόμενα εικοσιτετράωρα να μελετήσουν με προσοχή τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί με την Πειραιώς, αφήνοντας, μάλιστα, ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο να προχωρήσουν σε νέες αγωγές προκειμένου να προλάβουν δυσάρεστες εκπλήξεις.
Την ίδια ώρα οι οικογένειες των θυμάτων, τρία χρόνια μετά την απίστευτη τραγωδία, ζητούν να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι για τον θάνατο της 32χρονης Αγγελικής Παπαθανασοπούλου η οποία ήταν έγκυος, της 35χρονης Παρασκευής Ζούλια και του Επαμεινώνδα Τσακάλη, 36 ετών, όλοι τους υπάλληλοι στο υποκατάστημα της τράπεζας Μαρφίν, στην οδό Σταδίου 23.
Την ερχόμενη Τετάρτη 3 Απριλίου, μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, θα καθίσουν στο εδώλιο του Β’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου τρία στελέχη της τράπεζας και ο υπεύθυνος της εταιρείας που είχε την ευθύνη για την ασφάλεια του χώρου εργασίας. Οι κατηγορούμενοι θα κληθούν να λογοδοτήσουν για τις κατηγορίες της «ανθρωποκτονίας από αμέλεια, που τελέσθηκε με κατά συρροή παράληψη», αλλά και «σωματική βλάβη από αμέλεια υπόχρεων, με παράλειψη κατά συρροή».
Στους κατηγορουμένους, μεταξύ άλλων, αποδίδονται ευθύνες για το γεγονός ότι δεν επέτρεψαν την ώρα των επεισοδίων στους υπαλλήλους να φύγουν από τον χώρο εργασίας παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι το ζητούσαν. Επίσης, γίνεται αναφορά σε παραλείψεις που εντοπίστηκαν σε θέματα ασφαλείας που είχαν, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ως αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν και στη συνέχεια να χάσουν τη ζωή τους οι τρεις άτυχοι υπάλληλοι, ενώ επισημαίνεται ότι δεν φρόντισαν, ενώ υπήρχαν λόγοι, «να τοποθετηθούν στην είσοδο άθραυστα, αντιβανδαλικά τζάμια».
Στο πολυσέλιδο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι: «Ο πρώτος κατηγορούμενος γνώριζε ότι τη συγκεκριμένη ημερομηνία είχε προγραμματιστεί γενική απεργία στο κέντρο της Αθήνας και είχαν ληφθεί αυξημένα μέτρα δημόσιας ασφάλειας, ότι το συγκεκριμένο κατάστημα είχε γίνει στόχος βανδαλισμών κατά το παρελθόν σε ανάλογες περιπτώσεις.
Επιπλέον δε, γνώριζε ότι το κατάστημα δεν διαθέτει τα προβλεπόμενα από τη νομοθεσία μέτρα ασφαλείας...» και συνεχίζει: «Παρά ταύτα απαγόρευσε στους εργαζομένους να εγκαταλείψουν το κατάστημα, αν και οι ίδιοι το ζήτησαν και τους επέβαλε να παραμείνουν, κλειδώνοντας τις εξωτερικές πόρτες για λόγους ασφαλείας, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια των επεισοδίων άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου να θραύσουν την τζαμαρία του ισογείου και να πυρπολήσουν το εσωτερικό του καταστήματος, εκσφενδονίζοντας βόμβες μολότοφ.
Αποτέλεσμα, να προκληθεί πυρκαγιά και οι ευρισκόμενοι στο κατάστημα να εγκλωβιστούν, καθώς δεν υπήρχαν δίοδοι διαφυγής ούτε έξοδοι κινδύνου. Η δε μοναδική θύρα δίπλα στην κεντρική θύρα ασφαλείας που εξυπηρετούσε την είσοδο ατόμων με ειδικές ανάγκες και τη μεταφορά μεγάλων σε όγκο αντικειμένων, δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως εναλλακτική έξοδος κινδύνου, διότι άνοιγε μόνο αν συγχρόνως κάποιος έσπρωχνε την μπάρα όταν κάποιος άλλος ξεκλείδωνε με το ηλεκτρονικό τηλεχειριστήριο, το οποίο φυλάσσονταν στο συρτάρι της διευθύντριας και είχε καταστραφεί από την πυρκαγιά».
Το πόρισμα που συνέταξε ο τεχνικός επιθεωρητής του υπουργείου Εργασίας μετά από έρευνα για τον εντοπισμό των αιτίων που προκάλεσαν το τραγικό τέλος τριών νέων ανθρώπων είναι καταπέλτης. Σε αυτό καταγράφονται σειρά παραλείψεων στο σύστημα πυρασφάλειας, η έλλειψη πιστοποιητικού πυρασφάλειας αλλά και η ανύπαρκτη εκπαίδευση του προσωπικού. Στο εν λόγω πόρισμα, που φέρει την υπογραφή του τεχνικού επιθεωρητή Θεοδόσιου Πανταζόπουλου, υπογραμμίζεται ότι η μοναδική έξοδος κινδύνου του υποκαταστήματος ήταν κλειδωμένη, ενώ το τηλεχειριστήριο που θα μπορούσε να την ανοίξει είχε χαθεί.
Οι εργαζόμενοι εγκλωβίστηκαν, αφού όλες οι πόρτες ήταν κλειδωμένες και πιθανότατα η τραγωδία να ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν δεν ήταν ανοιχτή μια και μοναδική πόρτα διαφυγής για να αερίζεται «η παρακείμενη τουαλέτα λόγω προβλήματος της αποχέτευσης». Τα αίτια του δυστυχήματος, πάντως, σύμφωνα με το πόρισμα, είναι «ο εμπρησμός λόγω εγκληματικής ενέργειας».
6meres.gr